- ἀκροτελεύτιον
- ἀκροτελεύτιονfag-endneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τἀκροτελεύτιον — ἀκροτελεύτιον , ἀκροτελεύτιον fag end neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτελευτίου — ἀκροτελεύτιον fag end neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτελευτίῳ — ἀκροτελεύτιον fag end neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτελεύτια — ἀκροτελεύτιον fag end neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ακροτελεύτιο — το (Α ἀκροτελεύτιον) το περιοδικά επαναλαμβανόμενο μέρος άσματος, επωδός, «ρεφραίν» μσν. εφύμνιον, ακρόστιχον αρχ. το τελευταίο μέρος, η παρυφή κάθε πράγματος και κυρίως το τέλος ποιήματος ή στίχου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο (Ι) + τελευτή] … Dictionary of Greek
ακροτελεύτιος — ια, ιο [ακροτελεύτιον] τελευταίος, έσχατος … Dictionary of Greek
ακρόστιχον — Φορολογία των Βυζαντινών, που επιβαλλόταν στην έγγεια ιδιοκτησία. Οι φορολογούμενοι καταγράφονταν στο λεγόμενο υπομνηστικόν κατάστιχον, που κρατούσε ο γενικός λογοθέτης. Ήταν τακτική εισφορά και εκείνος που δεν «εισεκόμιζε» το ποσό που του… … Dictionary of Greek
ԾԱՅՐԱՅԱՆԳՔ — ( ) NBH 1 1005 Chronological Sequence: 6c գ. ἁκροτελεύτιον finis, ceu extremitas carminis. Յանգումն տաղից եւ երգոց. կատարած տողից. վերջաւորութիւն. ... *Յորժամ զծայրայանգսն եւ զ՝ի վերայս օրհնութեանն երգել պիտեսցի, յայնժամ ամենեքին հնչեն. Փիլ.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
АКРОСТИХ — [греч. ἀκροστιχίς, ἀκροστίχιον, ἀνακλώμενον, ἀκροτελεύτιον], формальный прием организации преимущественно поэтических текстов, используемый обычно в декламационной и песенной поэзии. Суть А. состоит в том, что начальные буквы строф или глав… … Православная энциклопедия